Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2011

ΒΑΡΔΙΑ

Ατέλειωτα χωράφια στο μυαλό της
Καλοκαίρια που μύριζαν καρπούζι
Γέλια δυνατά σε γλώσσα άλλη
Λόγια και μουσικές κάτω απ' το δέρμα
Ψιθύριζαν απλά τα πιο μεγάλα μυστικά
Ξυπόλητη, άφοβη, παντοδύναμη
Παντού σκορπιζόταν αμέριμνα
Τι θέλει τώρα εδώ;
Ποιες σιωπές ακολουθώντας
Έφτασε σε τούτο τον άχρωμο χειμώνα;

.........................

Ατέλειωτα χέρσα τοπία στο μυαλό της
Μυρωδιές φαρμάκων κι αντισηπτικού
Πόνος κρυμμένος σε ανάσες αγωνιώδεις
Η βροχή γλύφει τα τζάμια
Παγώνει τα όνειρά της
Τι θέλει εδώ;
Ποια ψέματα ακολουθώντας
Έφτασε σε τούτο το ανάστερο σκοτάδι;

.........................

Κρατά το χέρι της κοπέλας
Της χαϊδεύει τρυφερά το μέτωπο
Πόσα καλοκαίρια φωλιάζουν στις μνήμες της;
Πόσα λίγα καλοκαίρια;
Πόσοι πολλοί χειμώνες;
Ζήσε, θέλει να της πει.
Ζήσε, θέλει να φωνάξει.
(Οι φίλοι τήν καλούν άραγε με το όνομά της ολόκληρο;)
Ζήσε, όπως κι αν σε λένε.
Πάλεψε!
Ζήσε!
Τίποτα δε λέει εντέλει
Μόνο την κοιτά και την αγγίζει
Δε μιλά
Δε μιλά πια
Κι η βροχή γλύφει τα τζάμια

......................... 
Τι τα θέλουν τόσο μεγάλα παράθυρα στα νοσοκομεία;
.........................
Τέλος βάρδιας.

2 σχόλια: